Βασίλης Περιβολάρης
ΒΑΛΣΑΜΟ
Συστημική Ψυχοθεραπεία 
& Κοινωνική Ενδυνάμωση

Από άδοξος ασθενής επίδοξος θεραπευτής μέσω της αυτοβοήθειας

(Συμμετοχή στον συλλογικό τόμο "Βγαίνοντας από τα ψυχοφάρμακα", εκδόσεις Νησίδες 2024)

Η ζωή μου έμοιαζε με το γεφύρι της Άρτας: ό,τι έχτιζα με κόπο τη μια χρονιά, γκρεμιζόταν την επόμενη. Κόντευα έναν χρόνο μιας ακόμα “υποτροπής” της “διπολικής διαταραχής” μου κι αφού το είχα παλέψει με νύχια και με δόντια περισσότερο από κάθε προηγούμενη φορά να μην κλειστώ, παραδόθηκα στην απελπισία μου. Είχα αφεθεί να γίνει ό,τι ήταν να γίνει.

Αν και σήμερα έχει αναδειχθεί απ' τις σοφότερες αποφάσεις μου, κόβοντας τα ψυχοφάρμακα πριν δέκα χρόνια δεν ήξερα τι να περιμένω. Για την ακρίβεια, δεν τολμούσα πια να περιμένω πέρα από άσχημα πράγματα. Δεν αισθανόμουν καμιά σιγουριά ότι το πράγμα θα πάει καλά ή ότι δεν θα τα ξαναπάρω μεθαύριο. Είχα φτάσει σ' εκείνο το οριακό σημείο, που έπρεπε οπωσδήποτε να κάνω κάτι ριζικά διαφορετικό, να τραβήξω μια κόκκινη γραμμή και να πω ως εδώ. Δεν ακολουθούσα κάποιο σχέδιο. Τα μικρά και μεγάλα σχέδιά μου είχαν ναυαγήσει ξανά και ξανά όσο κι αν ακολουθούσα πιστά τις ψυχιατρικές οδηγίες, όσο κι αν πάσχιζα να ενσωματωθώ κοινωνικά, όσο κι αν αγωνιούσα να κερδίσω πίσω τη ζωή μου, που ένιωθα να χάνω ολοένα. Κι αυτό το φωτάκι, που άναψα μες στο σκοτάδι της “ανίατης” κατάστασής μου, έμελλε για καλή μου τύχη να γίνει χειραφετητικός πυρσός.

Πώς έφτασα εκεί; Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, έχοντας αυτό το άθλιο αίσθημα ότι ζούσα περιμένοντας να ζήσω. Ανυπομονούσα να φύγω από το οικογενειακό σπίτι, όπου ασφυκτιούσα. Ανυπομονούσα να τελειώσω το σχολείο, όπου βρισκόμουν στο επίκεντρο κάθε λογής χλευαστικών σχολίων, που αντιμετώπιζα στωικά με αυτοπεριφρονητικό αυτοσαρκασμό. Ανυπομονούσα να περάσω στο πανεπιστήμιο, όπου πλάι στις επιδόσεις μου στα γράμματα πίστευα πως θα εκτιμηθώ κάπως κι εγώ. Ανυπομονούσα να ενηλικιωθώ να μην αισθάνομαι άλλο έρμαιο. Εν ολίγοις, ανυπομονούσα να βρεθώ σε πιο ευνοϊκά κι ασφαλή περιβάλλοντα, όπου θα νιώθω ότι ταιριάζω κι ότι είμαι επιθυμητός. Κι έτσι κατάφερνα να σηκώνομαι απ' το κρεβάτι και να συνεχίζω, ώσπου μια Δευτέρα στα 14-15 μου αρνήθηκα να το κάνω. Αυτή η άρνηση επαναλήφθηκε κάμποσες μέρες και εναλλασσόταν από διαστήματα, που αρνιόμουν να επιστρέψω στο κρεβάτι.

Έχοντας χάσει τη σχολική χρονιά από απουσίες, αφού με διάβασαν παπάδες χωρίς να ξορκίσουν το κακό, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα δεν έδειξε κάποια βλάβη κι αποκλείστηκε η χρήση ουσιών (που όντως δεν έκανα), ήρθε από παιδοψυχίατρο η διάγνωση της κυκλοθυμικής διαταραχής και η φαρμακοθεραπεία από την πρώτη κιόλας συνεδρία με trileptal (Δραστική ουσία: οξυκαρβαζεπίνη) για να εξισορροπηθεί η διάθεσή μου. Δεν είχα ξανακούσει περί κυκλοθυμίας και μου άρεσαν τα βαφτίσια. Με το εφηβικό μου μυαλό, τα βίωσα ως ανακούφιση (εφ' όσον το πρόβλημα είχε ένα όνομα θα είχε και μια λύση) και ως παιχνίδι (ξαφνικά βρέθηκα αντιμέτωπος μ' έναν μπαμπούλα, που θα έπρεπε να μάθω να ζω μαζί του). Έναν χρόνο αργότερα τα συμπτώματά μου εντάθηκαν κι η διάγνωση αναβαθμίστηκε σε διπολική διαταραχή με την αγωγή να αναβαθμίζεται κι αυτή σε lamictal (Δραστική ουσία: λαμοτριγίνη) και seroxat (Δραστική ουσία: παροξετίνη).

Η πρώτη μου απόπειρα αυτοκτονίας στα 19 μου με οδήγησε στην εντατική κι από εκεί στον πρώτο μου ψυχιατρικό εγκλεισμό. Για καιρό πριν την απόπειρα, μου πρότειναν να νοσηλευτώ για να μ' έχουν από κοντά στα επεισόδιά μου και να μου ρυθμίσουν τα φάρμακα. Βοήθησε η νοσηλεία και η ρύθμιση των φαρμάκων; Σαφέστατα όχι, καθ' όσο μερικούς μήνες αποπειράθηκα ξανά ν' αυτοκτονήσω και ξανανοσηλεύτηκα. Μην και έγινα χειρότερα; Θα πω μόνο ότι το seroxat που έπαιρνα το 2007 είχε απαγορευτεί σε χώρες όπως η Μ. Βρετανία να συνταγογραφείται σε ανήλικα, λόγω κινδύνου αύξησης της αυτοκτονικότητας, ήδη από το 2003. Από το νοσοκομείο, βγήκα με μεγα-δόση zyprexa (Δραστική ουσία: ολανζαπίνη) και ladose (Δραστική ουσία: φλουοξετίνη). Από τότε, ξεκίνησα μια διελκυστίνδα με το βάρος μου, ώσπου τον καιρό που αποφάσισα τη διακοπή είχα ξεπεράσει τα 130 κιλά και όδευα ολοταχώς προς διαβήτη σύμφωνα με τις αιματολογικές μου εξετάσεις. Μα και σ' αυτό το ψυχιατρικό σύστημα είχε τη λύση: δωρεάν διαιτολογική υποστήριξη και topamac  (Δραστική ουσία: τοπιραμάτη) για αντιμετώπιση της λιγούρας! Πόσο προνοούν για όλα! Ας σημειωθεί πως το zyprexa έχει καταδικαστεί για πρόκληση μεταβολικού συνδρόμου. Η ενηλικίωσή μου έφερε και την αλλαγή ψυχιάτρου και η αγωγή άλλαξε σε depakine (Δραστική ουσία: βαλπροϊκό οξύ), lamictal και entact (Δραστική ουσία: εσιταλοπράμη).

Η διάθεσή μου άλλαζε σαν διακόπτης, οι “υποτροπές” διαδέχονταν η μία την άλλη και σ' αυτό το γρήγορο πάνω-κάτω, που οι ειδικοί ονομάζουν ταχεία εναλλαγή φάσεων, δίνεται η χειρότερη πρόγνωση. Η εβδομαδιαία ψυχιατρική παρακολούθηση επί πολλά χρόνια είχε τον χαρακτήρα μιας “ιμπεριαλιστικής” ψυχοεκπαίδευσης, διά της οποίας όλη μου η ύπαρξη, τα συναισθήματα κι οι συμπεριφορές μου εξετάζονταν εξονυχιστικά με όρους πρώιμων σημαδιών, συμπτωμάτων και φυσικά της ορθής διαχείρισής τους. Παραδόξως, οι αντίξοες σχεσιακές μου πραγματικότητες, είτε δεν συζητούνταν καν, είτε συζητούνταν παρεμπιπτόντως, σαν ανεξάρτητα από την “ψυχασθένειά” μου. Έκτοτε, κι όσο παρέμενα εντός της αναπηροποιητικής ψυχιατρικής νομοτέλειας, η ζωή μου ερμηνευόταν και οριοθετούταν με βάση την “ψυχοπαθολογία” μου. Κι έτσι, καθοδηγούμουν σ' έναν φαύλο κύκλο περισσότερων επεισοδίων, περισσότερης οδύνης, περισσότερων φαρμάκων, περισσότερων παρενεργειών, περισσότερων αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών.

Σ' αυτό το πλαίσιο, δεν το βρίσκω παράξενο που οικειοποιήθηκα την ψυχιατρική γλώσσα και έχτισα την εύπλαστη εφηβική μου ταυτότητα γύρω απ' την ψυχιατρική μου διάγνωση με τη βοήθεια διαδικτυακών πηγών ενημέρωσης και της πρώιμης ακτιβιστικής μου ενασχόλησης. Βρέθηκα να ξεσκονίζω καθημερινά ηλεκτρονικές μηχανές αναζήτησης για να μάθω ό,τι μπορούσα περισσότερο, να εμπλέκομαι υπέρ του δέοντος σε φόρουμ ψυχολογίας ψυχιατρικού τύπου και πολύ σύντομα να συνιδρύω ένα μη κερδοσκοπικό σωματείο για τις διαταραχές διάθεσης. Υπό την αιγίδα του, άρχισα να συντονίζω την πρώτη αυτοσυντονιζόμενη (χωρίς την παρουσία δηλαδή ειδικών) ομάδα αυτοβοήθειας στη χώρα στα 21 μου χρόνια, για ανθρώπους που είχαν ή νόμιζαν ότι είχαν διπολική διαταραχή. Σ' αυτούς τους χώρους πρωτοβρήκα την αποδοχή κι ένιωσα ν' ακμάζω ως μέλος μιας κοινότητας: τα προσωπικά μου αδιέξοδα αποκτούσαν συλλογικό πρόσημο. Ήμουν πολύ περήφανος που γινόμουν η αφορμή για όλο αυτό το πλούσιο βιωματικό μοίρασμα και την ενθαρρυντική συσπείρωση τόσο διαφορετικών κατά τ' άλλα ανθρώπων. Τυπικά, οι ομάδες αυτοβοήθειας δεν είναι θεραπεία, μα έβλεπα στην πράξη την τεράστια θεραπευτική τους επίδραση.

Τελικά, όλη μου αυτή η εμπειρία, ή ακριβέστερα η κατάχρησή της, έμελλε να γυρίσει σε βάρος μου. Μέσω της συναναστροφής μου για χρόνια ολόκληρα σχεδόν αποκλειστικά με ανθρώπους που αντιμετώπιζαν ψυχικές δυσκολίες και της εμμονικής αναζήτησής μου των καλώς και κακώς κειμένων στο πεδίο της ψυχικής υγείας, αυτοεγκλωβίστηκα, μέχρι που έπαψα εγώ να έχω σημασία. Προτεραιότητα έδινα στις ανάγκες των άλλων και του χώρου. Οι δικές μου ανάγκες έρχονταν σε δεύτερη μοίρα, αν κι όποτε κατάφερνα να τις εκφράσω. Πίστευα ότι αν έδινα όλο μου το είναι στον ακτιβισμό, τα προβλήματά μου θα λύνονταν ως διά μαγείας. Κι αν δεν λύνονταν, τουλάχιστον θ' άξιζε η ανυπόφορη ταλαιπωρία μου, εφ' όσον θ' άφηνα μια κληρονομιά πίσω μου.

Αυταπατώμουν οικτρά. Η ανταμοιβή μου ήταν η συνηθισμένη αντιμετώπιση: να μεταφερθώ με χειροπέδες στο ψυχιατρείο, να με δέσουν στο κρεβάτι ως θεραπεία της αυτοκτονικότητάς μου και να μου χορηγήσουν ενέσιμα aloperidin (Δραστική ουσία: αλοπεριδόλη) για να μου περάσει η μεγαλομανία μου, ότι δήθεν μου τάχα είχα μια ηγετική συμβολή σ' ένα σωματείο ψυχικής υγείας. Λες και δεν είχα. Κι αφού εμφάνισα εξωπυραμιδικά συμπτώματα να προσθέσουν στο μίγμα και akineton (Δραστική ουσία: βιπεριδένη). Η στιχομυθία μου με τον ψυχίατρο εκτός του ιδρύματος αφορούσε την ευθύνη μου για την “υποτροπή”, λόγω της μη συμφωνημένης κίνησής μου να μειώσω τα φάρμακα. Έπρεπε να δεχτώ πως η φαρμακευτική αγωγή ήταν εφ' όρου ζωής και πως η στόχευσή μας ήταν η μείωση της έντασης και της συχνότητας των επεισοδίων. Βέβαια, δεν πήρα καμιά σοβαρή απάντηση ούτε για το αν εκείνος θα διάλεγε να ζήσει μια τέτοια ζωή, ούτε για τις πολλαπλές “υποτροπές” μου, ενόσω λάμβανα κανονικά την αγωγή μου.

Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο εμπαιγμός ήταν το σημείο μηδέν απ' όπου ξεκίνησα να μετράω αντίστροφα για την απελευθέρωσή μου απ' την ψυχιατρική κακοποίηση.  Έφυγα απ' το οικογενειακό σπίτι για ν' αναπνεύσω κι αποχώρησα απ' το σωματείο για να δώσω προτεραιότητα σε μένα. Όσο γενναίο κι αν ήταν το ξεσκαρτάρισμα που επιχείρησα στις σχέσεις μου, οι λίγοι άνθρωποι που κράτησα συνέχιζαν να επιβεβαιώνουν την εσωτερικευμένη ψυχιατρική μου ταυτότητα. Αν και προσπάθησα εκ νέου να πατήσω στα πόδια μου, όσο στρεφόμουν στην ψυχιατρική για βοήθεια, η επόμενη “υποτροπή” ήταν απλά θέμα χρόνου. Ήδη στα 26 μου, μετρούσα 130 κιλά σωματικού βάρους, 11 χρόνια φαρμακοθεραπείας, 6 χρόνια παραμονής στο κρεβάτι, 5 “υποτροπές”, 4 ματαιωμένες απόπειρες σπουδών, 3 απόπειρες αυτοκτονίας και αντίστοιχες νοσηλείες κι ένα 67% μη αναστρέψιμης ψυχικής αναπηρίας. Όχι και τα πιο αισιόδοξα μαθηματικά ζωής. Πλέον έπαιρνα ένα χορταστικό κοκτέιλ φαρμάκων: depakine, lamictal, solian (Δραστική ουσία: αμισουλπρίδη), wellbutrine (Δραστική ουσία: βουπροπριόνη) και θυροξίνη για τον υποθυρεοειδισμό μου – ούτε λόγος για το ότι προκλήθηκε από τα ψυχοφάρμακα...

Είχα αποχαιρετήσει τη λίμπιντό μου, αν και διατηρούσα εξ αποστάσεως ερωτική σχέση. Είχα συνηθίσει ενίοτε λόγω των φαρμάκων να έχω σεξουαλική ζωή χωρίς οργασμό ή με καθυστερημένο οργασμό, αλλά να μην έχω καθόλου σεξουαλική επιθυμία δεν το είχα ξαναβιώσει. Η κατρακύλα δεν είχε τελειωμό. Ευτυχώς, ο ενδοκρινολόγος έδειξε ολιστικό ενδιαφέρον και με παρέπεμψε για εξέταση προλακτίνης, που η τιμή της στο αίμα μου είχε χτυπήσει ταβάνι. Αφήνοντάς με να το αποδίδω στην παχυσαρκία μου και στην άσχημη ψυχολογία μου, ο ψυχίατρος όχι μόνο δεν μ' έστειλε για εξετάσεις – άλλωστε και τον υποθυρεοειδισμό μου τυχαία τον ανακάλυψα κι ας κοιμόμουν 14 ώρες τη μέρα όντας σε “νορμοθυμία”– αλλά με καθησύχασε θρασύτατα πως δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας ακόμα και μετά που τον ενημέρωσα για τα αποτελέσματα. Η μοναδική του έγνοια ήταν τα επίπεδα του depakine, γι' αυτό κι αυτές ήταν οι μόνες εξετάσεις που τον ένοιαζε να κάνω. Δεν ξέρω πώς, αλλά βρήκα το σθένος να του πάω κόντρα και να σταματήσω το solian και η σεξουαλική μου επιθυμία επέστρεψε αμέσως – ω, του θαύματος! Και τότε πια, παίρνω τη μεγάλη απόφαση. Στη χειρότερη φάση της ζωής μου, κόβω μαχαίρι τα φάρμακα. Τι όφελος μού πρόσφεραν εξάλλου;

Αρχικά, η κρίση μου βάθυνε, οι σκέψεις θανάτου πύκνωσαν κι άρχισαν να γίνονται σχέδια και τα σχέδια ν' αποκτούν προθεσμίες. Τρεφόμουν αποκλειστικά με junk food για μήνες σχεδόν χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο πέρα από κάποιες σκόρπιες λέξεις με την κοπέλα μου και χωρίς να κάνω τίποτα άλλο απ' το να βλέπω κάποιες σειρές στο λάπτοπ σ' επανάληψη. Αν και είχα χάσει κάθε ελπίδα ότι θα συνέλθω, είχα στην άκρη του μυαλού μου την πληροφορία πως κάποιοι τα είχαν καταφέρει χωρίς φάρμακα. Οι βδομάδες περνούσαν και δεν άλλαζε κάτι. Φυσικά, όλα αυτά δεν ήταν καινούργια. Τα είχα ζήσει ξανά και ξανά και ξανά. Αυτό που διαφοροποιούσε την κατάσταση ήταν πως όλο αυτό το περνούσα για πρώτη φορά χωρίς φάρμακα μετά από 11 χρόνια. Κι αυτό από μόνο του άρχισε να μου δίνει παρηγοριά κι έπειτα μια αίσθηση δύναμης κι ελέγχου, που με τον καιρό μετουσιώθηκε σε αυτοπεποίθηση. Πλέον τα κατάφερνα μόνος μου!

Απέκτησα καινούργια προοπτική. Μετατοπίστηκε το επείγον τού να συνέλθω στο να μείνω συνεπής στην απόφασή μου κόντρα σε κάθε αρνητική πρόβλεψη. Η πρόταση του ψυχιάτρου ήταν ένα νέο αντιψυχωσικό: seroquel (Δραστική ουσία: κουετιαπίνη), που απέρριψα ασυζητί. Αρκετά με τους παραλογισμούς. Άκου εκεί αντιψυχωσικά για να ξεπεράσω την “κατάθλιψη”! Επισκέφθηκα άλλον ψυχίατρο, ο οποίος πήρε το ιστορικό των “επεισοδίων” μου, δεν με ρώτησε τίποτα για τη ζωή μου και μου συνταγογράφησε κι αυτός seroquel χωρίς καν να κλείσουμε επόμενο ραντεβού. Τηλεφώνησα σ' άλλον πιο επιφανή ψυχίατρο, που αν και κόστιζε ακριβότερα, δεν είχε να μου προσφέρει κάτι περισσότερο κατά δήλωσή του. Το μήνυμα ελήφθη. Είχα εξαντλήσει ανεπιτυχώς όλο το χημικό “οπλοστάσιο”, γεγονός που συντηρούσε την απόφασή μου αλλά δεν μ' έβγαζε και στο φως. Οπότε και ξεκίνησα να διερευνώ τι άλλο είχε να μου προσφέρει η ψυχιατρική.

Οι εβδομάδες έγιναν μήνες και τότε ενέδωσα στον ύστατο παραλογισμό μες  στην απελπισία μου: να υποστώ με τη θέλησή μου ηλεκτροσόκ. Η ιδιωτική κλινική που βρήκα ήταν εκτός Θεσσαλονίκης και γι' αυτό θα έπρεπε να νοσηλευτώ για το διάστημα που θα δεχόμουν την ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Όταν ήρθε η μέρα να υπογράψω τα χαρτιά της εκούσιας εισαγωγής μου, απαιτήθηκε από μένα να παραδώσω όλα μου τα χρήματα και κάθε μου ηλεκτρονική συσκευή (τηλέφωνο, λάπτοπ, mp3 player) και να συναινέσω σ' ό,τι τυχόν εξετάσεις έκριναν σκόπιμες και φυσικά σ' όποια φάρμακα έκριναν κατάλληλα. Κατάφωρες παραβιάσεις δικαιωμάτων στην εποχή της υποτιθέμενης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Για όλα αυτά, φυσικά και δεν με είχαν ειδοποιήσει εκ των προτέρων. Έτσι, άρχισα να εκφράζω τις αντιρρήσεις μου, ώσπου ο επιβλέπων ψυχίατρος μού δήλωσε ευθαρσώς ότι πρώτη φορά ακούει από μένα πως ασθενείς, που δεν αποτελούν κίνδυνο για τον εαυτό τους και τους άλλους, έχουν δικαίωμα απ' τον νόμο να έχουν λόγο στη θεραπεία τους! Είχα γίνει έξαλλος (είχα κάνει ολόκληρο ταξίδι μόνο και μόνο γι' αυτόν τον σκοπό), αλλά μονάχα από μέσα μου και προσέχοντας πάρα πολύ να μην παραφερθώ, διότι η εξώπορτα της κλινικής ήταν κλειδωμένη κι είχα πλήρη συνείδηση ότι ενώ είχα πάει για μαλλί, θα μπορούσα κάλλιστα να βρεθώ κουρεμένος. Έτσι, συμφώνησα όσο πιο ευγενικά μπορούσα πως διαφωνούμε, αρνήθηκα τις υπηρεσίες τους κι αποχώρησα.

Την επομένη που επέστρεψα στο σπίτι μου κι ηρέμησα, κατάλαβα πόσο τυχερός είμαι που το σχέδιο δεν πήγε σύμφωνα με το σχέδιο και πόσο φτηνά τη γλύτωσα! Ο θυμός ωρίμασε σ' αίσθημα ευθύνης απέναντι στον εαυτό μου και στους άλλους. Δεν έφτανε μόνο να μείνω πιστός στην απόφασή μου ν' ανταπεξέλθω χωρίς φάρμακα. Έπρεπε επιτέλους ν' αλλάξω παράδειγμα και ν' αρνηθώ τις ψυχιατρικές πρακτικές στο σύνολό τους. Η ψυχιατρική είχε ξοφλήσει πια για μένα κι αυτό ένιωσα την ανάγκη να το επικοινωνήσω και ταυτόχρονα να διερευνήσω τι εναλλακτικές υπάρχουν για το πως μπορώ να συνεχίσω. Παλιά μου τέχνη κόσκινο λοιπόν! Επιστροφή στον ακτιβισμό, αν και σε νέο πλαίσιο αυτήν τη φορά. Τα ερεθίσματα, που πρωτοσυνάντησα πριν χρόνια στο Παρατηρητήριο για τα Δικαιώματα στον Χώρο της Ψυχικής Υγείας  και που αρχικά με ξένιζαν, είχαν ριζώσει μέσα μου και πια έβγαζαν καρπούς...

Πρώτα, ξεκίνησα να συγκεντρώσω σε μια ηλεκτρονική σελίδα όλες τις επιτυχημένες ιστορίες ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία, τις όποιες καλές πρακτικές και τις όποιες εναλλακτικές προσεγγίσεις είχαν αποτέλεσμα. Στόχος μου δεν ήταν η καταγγελία της ψυχιατρικής, αλλά η γνωστοποίηση προς κάθε ενδιαφερόμενο πως δεν αποτελεί μονόδρομο-πανάκεια και πως υπάρχουν – και πρέπει να υπάρχουν – άλλες επιλογές. Αφού ανακατασκεύασα αρκετά το θεωρητικό μου πλαίσιο κι έγινα συνσυντονιστής μιας διαδικτυακής ομάδας ανθρώπων με διάγνωση διπολικής διαταραχής, προχώρησα στη δημιουργία μιας αυτόνομης διά ζώσης ομάδας αυτοβοήθειας. Βεβαίως, το να πάψω να χρησιμοποιώ την ψυχιατρική γλώσσα δεν ήταν εύκολη υπόθεση και δεν έγινε απ' τη μια μέρα στην άλλη. Μα όσο ανέκαμπτα απ' την τελευταία κρίση χωρίς φάρμακα, τόσο είχα κάθε κίνητρο να είμαι δεκτικός και ν' αφομοιώνω τρόπους αντί της ψυχιατρικής.              Παράλληλα, τα παθήματα του παρελθόντος είχαν γίνει μαθήματα κι όταν ένιωσα να υπερεμπλέκομαι στην καινούργια ακτιβιστική μου δράση, αποστασιοποιήθηκα εγκαίρως.

Η αυτοφροντίδα μου ήταν πλέον προτεραιότητα. Όλα αυτά ήταν αχαρτογράφητα νερά για μένα, αλλά προαπαιτούμενα της χειραφέτησής μου - όπως αυτοσχεδιαστικά την όριζα. Ο καιρός περνούσε κι εγώ έπαιρνα τα πάνω μου. Νέα σχέση, νέα καθημερινότητα, νέα στάση ζωής. Το νερό είχε μπει στ' αυλάκι κι οι αλλαγές λειτουργούσαν συσσωρευτικά πια. Κυλούσαν όλα ρόδινα κι ανώδυνα; Επουδενί, αλλά οι πιθανότητες να κερδηθεί το στοίχημα της απεξάρτησης απ' τα φάρμακα πολλαπλασιάζονταν μέρα με τη μέρα κι αυτό μου έδινε αρκετή ορμή να σκεφτώ και να κάνω πράξη τα επόμενα βήματα.

Παρά τις γνώσεις και τις δεξιότητες που είχα συγκεντρώσει μέσα στα χρόνια, στο διά ταύτα δεν είχα τα τυπικά προσόντα και η φωνή μου ερχόταν πάντα υποδεέστερη των ειδικών. Τότε ήταν που αποφάσισα να ξαναδώσω πανελλήνιες για να σπουδάσω Ψυχολογία. Καλώς ή κακώς, οι πιέσεις της προηγούμενης περιόδου, που δεν βρήκαν άλλη εκτόνωση, ήταν εκείνη την περίοδο που κατέληξαν σε μια ακόμα φάση γενικευμένης απόσυρσής μου 1,5 χρόνο μετά τη διακοπή. Το γεγονός αυτό έσπειρε εύλογα αμφιβολίες μέσα μου για το αν τελικά η απεξάρτησή μου θα είναι μόνιμη ή αν πρόκειται για μια ευχάριστη παρένθεση. Την απόσυρσή μου στο κρεβάτι – τον «κρεβατοϊό» μου, όπως αποφάσισα να την ονομάζω –  δεν την αντιλαμβανόμουν πια ως εκδήλωση ψυχιατρικής διαταραχής, αλλά ως φυσιολογική αντίδρασή μου σε μη διαχειρίσιμες στρεσογόνες συνθήκες. Και σ' αυτήν την απεγνωσμένη (μα εντελώς δικαιολογημένη) κραυγή για ανασύνταξη δυνάμεων έδωσα χώρο και χρόνο να εκδηλωθεί και υπέμεινα ώσπου να περάσει. Και πέρασε. Κι όχι μόνο επιβεβαιώθηκα αλλά κι επανήλθα δριμύτερος. Και φυσικά γέμισα μ' αυτοπεποίθηση.

Ανέβαλλα τις εξετάσεις μου για το Πανεπιστήμιο για τον επόμενο χρόνο, πράγμα που δεν βίωσα ως παραίτηση απ' τον στόχο, αλλά ως προϋπόθεση για μια επιτυχημένη έκβαση, καθώς το μεσοδιάστημα θα το αξιοποιούσα για να φορτίσω τις μπαταρίες μου. Επέστρεψα στο γυμναστήριο, που είχα ξεκινήσει δειλά-δειλά να πηγαίνω λίγο πριν την κρίση μου. Μάλιστα, άρχισα να περπατοτρέχω στον διάδρομο, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου να τερματίσω ουτοπικά κάποτε σε μαραθώνιο. Στο επίπεδο που ήταν τότε η φυσική μου κατάσταση έμοιαζε περισσότερο με ανέκδοτο παρά με ρεαλιστική στόχευση. Παρόλα αυτά, συνέχισα. Οι εβδομαδιαίες ώρες τρεξίματος ήταν το πρώτο υποτυπώδες πρόγραμμα μετά την απεξάρτησή μου, στο οποίο πειθάρχησα. Όσο για το διάβασμα, είχε γίνει πια μέρος της καθημερινότητάς μου. Ενώ είχε ξεκινήσει καταναγκαστικά για τις εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, είχε εξελιχτεί σε διεύρυνση των οριζόντων μου, σε κάτι που με γέμιζε πάρα πολύ και με συνέδεε με τα υγιή κομμάτια του εαυτού μου.

Η σταδιακή βελτίωση της φυσικής μου κατάστασης μού γέννησε την επιθυμία για περιπατητικές εξορμήσεις στο βουνό. Η επαφή με τη φύση ήταν αποκάλυψη. Σαν παιδί είχα ελάχιστη σχέση με την ύπαιθρο και δεν γνώριζα μέχρι τότε πόσο ευεργετική κι αναζωογονητική επίδραση μπορεί να έχει πάνω μου. Σε λίγους μήνες ανέβηκα για πρώτη φορά στον Μύτικα, την ψηλότερη κορυφή της χώρας μας. Τρόμος και μαγεία μαζί.  Η ορειβατική εμπειρία μου τότε ήταν μηδαμινή και το ξεπέρασμα των δυσκολιών της ανάβασης ήταν πραγματικά ορόσημο για τη ζωή μου. Είχαν προηγηθεί λίγες συμμετοχές μου σε ομαδικές προπονήσεις ορεινού τρεξίματος του Συλλόγου Δρομέων Υγείας Θεσσαλονίκης. Αν και τερμάτιζα τελευταίος και καταϊδρωμένος, ερωτεύτηκα το τρέξιμο στο βουνό κι έτσι δεν το έβαλα κάτω. Κάθε άλλο! Πλέον, τα πράγματα είχαν αρχίσει να κουμπώνουν μεταξύ τους κι άρχισε να με διακατέχει ένα αίσθημα ικανοποίησης.

Το τρέξιμο αποτελούσε πηγή απόλαυσης και δύναμης, ήταν εκτόνωση και ψυχοθεραπεία ταυτόχρονα. Άρχισα να χαίρομαι τις ανατολές του ήλιου και τα ηλιοβασιλέματα, να ξυπνάω και να κοιμάμαι μ' ευγνωμοσύνη. Εντωμεταξύ, έφτασε ο καιρός να συνεχίσω την προετοιμασία μου για τις εξετάσεις, που κάπου στα μισά, διακόπηκε από τον χωρισμό μου με την τότε σύντροφό μου. Οι προηγούμενοι χωρισμοί μου με αποδιοργάνωναν τελείως και με οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια σε κρίση. Ναι, τότε που κατανάλωνα ψυχοφάρμακα ακόμα! Μα όχι αυτήν τη φορά. Κατάφερα και το διαχειρίστηκα με ψυχραιμία εφαρμόζοντας όσα είχα μάθει ώς τότε κι αναζητώντας καινούργια χρήσιμα ερεθίσματα. Πλέον φαινόταν καθαρά πως είχα αλλάξει παράδειγμα. Κι εκεί κατόρθωσα τον πρώτο μου τερματισμό σε μαραθώνιο το 2017. Δέος για το τι μπορεί να καταφέρει ο άνθρωπος. Αν με τον άθλο της διακοπής των φαρμάκων μού απέδειξα πως όλα είναι δυνατά, με το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων είχα αρχίσει να το επιβεβαιώνω στην καθημερινότητά μου. Έχοντας πλέον καταφέρει να τερματίσω σ' άφθονους μαραθωνίους μα και σε υπερμαραθωνίους ασφάλτου και βουνού, συνεχίζω να επιβεβαιώνω έως και σήμερα πως άπιαστα όνειρα δεν υπάρχουν.

Ένα κλικ πριν τις πανελλήνιες, αποφασίζω να μην περάσω από την κρίση της αρμόδιας κρατικής επιτροπής και να μην ανανεώσω το επίδομα αναπηρίας, που εισέπραττα πρόθυμα τα προηγούμενα χρόνια. Μπροστά στο πλήγμα που θα ήταν στην αυτοεκτίμηση που τόσο κοπιαστικά είχα κατακτήσει, το πώς θα επιβίωνα οικονομικά ως μελλοντικός φοιτητής ήταν ένα πρόβλημα για επόμενη μέρα. Αυτό αποτέλεσε τη χαριστική βολή μου στις κακοποιητικές ψυχιατρικές πρακτικές, που με καθήλωναν απ' την εφηβεία μου. Οι βάσεις των πανελλήνιων εξετάσεων εκείνης της χρονιάς με προσγείωσαν στην Κοινωνιολογία στο Ρέθυμνο, όπου και τελείωσα πρώτος στο έτος μου. Ηθική δικαίωση να 'μαι και πάλι αριστούχος, όπως εκεί που τ' άφησα όταν με διέγνωσαν με διπολική διαταραχή! Η καλλιέργεια της κοινωνιολογικής μου φαντασίας υπήρξε μια εξόχως εποικοδομητική υπόθεση, μα η συμβουλευτική παρέμεινε η στόχευσή μου, καθώς δεν περνούσε μέρα που να μην ονειρεύομαι την πρώτη συνεδρία μου με τον πρώτο πελάτη. Έτσι προχώρησα στην εκπαίδευσή μου στη συστημική ψυχοθεραπεία για να μπορώ να έχω την ευλογία σήμερα να εργάζομαι ως ψυχοθεραπευτής και να με τιμούν με την εμπιστοσύνη τους άνθρωποι να τους υποστηρίξω στην υπέρβαση των δικών τους δυσκολιών.

Συνοψίζοντας, η έξοδός μου από τα ψυχοφάρμακα στέφθηκε από επιτυχία, αλλά παραμένει η προσωπική μου ιστορία και φυσικά δεν αποτελεί ένα μαγικό σχέδιο απόδρασης απ' το Αλκατράζ της ψυχιατρικής. Ευελπιστώ ν' αποτελέσει έμπνευση, όπως αποτέλεσαν έμπνευση για εμένα οι ιστορίες των υπόλοιπων ανθρώπων αυτού του τόμου, καθώς και άλλων που δεν συμπεριλαμβάνονται. Ναι, καθετί που καταφέρνει ένας, μπορούν να το καταφέρουν όλοι. Και αυτό είναι που έχει σημασία. Ότι η έξοδος είναι εφικτή. Ότι υπάρχουν επιλογές. Ότι η ψυχιατρική δεν αποτελεί τη μοναδική λύση, αν και για μένα προσωπικά δεν αποτελεί καν λύση. Πέρασαν 10 χρόνια από τη χαρμόσυνη εκείνη μέρα που έκοψα τα φάρμακα χωρίς να διανοούμαι τι θα επακολουθήσει. Σήμερα, επιζών της ψυχιατρικής, δρομέας υπεραποστάσεων, κοινωνιολόγος, συστημικός θεραπευτής, θεραπευόμενος ενίοτε, εκπαιδευτής σε αντιψυχιατρικά προγράμματα και μέλος της ομάδας συνοδών ατόμων και οικογενειών σε ψ κρίση για την αποφυγή ακούσιων εγκλεισμών και βίαιων-τραυματικών ψυχιατρικών πρακτικών υπό την αιγίδα του Παρατηρητηρίου. Όλα αυτά είναι σημαντικά, μα το σπουδαιότερο είναι για μένα οι σχέσεις που έχω δημιουργήσει και διατηρώ μέσα απ' όλα αυτά και που με κρατούν γειωμένο χωρίς να χρειάζεται να “μετακομίζω” κάθε τρεις και λίγο στην απόσυρσή μου. Σε κάθε περίπτωση, είμαι περήφανος για τη μάχη μου και νιώθω ευγνωμοσύνη σε όλα, σε όσα πέτυχα και σε όσα απέτυχα, κι ιδίως για τους ανθρώπους που έχω την τύχη και την τιμή να έχω στη ζωή μου. Ο αγώνας στα βουνά και στη ζωή συνεχίζεται...

​Από άδοξος ασθενής επίδοξος θεραπευτής μέσω της αυτοβοήθειας

Πίσω στο 2014 μην καταφέρνοντας να μείνω στον παράδεισο της “νορμοθυμίας”, είχα αποσυρθεί στον ματαιωμένο κόσμο μου όπως πολύ καλά είχα συνηθίσει να κάνω κάθε τόσο. Μετά βίας έβγαζα την κάθε μέρα φυτοζωώντας πάνω σ' ένα κρεβάτι, καταναλώνοντας τρομακτικά μεγάλες ποσότητες γρήγορου φαγητού, πιστεύοντας πως ήρθε το τέλος μου για πολλοστή φορά.

Τις σπουδές που είχα τελειώσει όπως όπως δεν έβρισκα τη δύναμη να τις αξιοποιήσω, τις σπουδές που είχα ξεκινήσει δεν έβρισκα τη δύναμη να τις συνεχίσω, το υποστηρικτικό μου δίκτυο ήταν σίγουρα ανεπαρκές αν όχι ανύπαρκτο και γενικώς, ένιωθα να μην κουμπώνει τίποτα με τίποτα.